Τα τέσσερα εκτενή διηγήματα καθώς και τα μικρότερα του βιβλίου αυτού αποτελούν μια ενότητα με τίτλο "Μεταμεσονύκτιοι αναλογισμοί". Οι ήρωες των ιστοριών αυτών προσπαθούν εναγωνίως είτε να καταλήξουν στην προσωπική τους δικαίωση είτε να διατυπώσουν τα δικά τους συμπεράσματα, εκφράζοντας τη δική τους θέση απέναντι στα διάφορα προβλήματα που θέτει η ζωή ενώπιόν τους.
Ο Γιώργος στα "Διάφανα τείχη", με πλοηγό την ποίηση και τον έρωτα, σκηνοθετεί, τρόπον τινά, μια ιστορία προκειμένου να μεγεθύνει τις διαστάσεις ενός ιστορικού γεγονότος και μαζί μ' αυτό "τα στενά σύνορα της πατρίδας του".
Ένας άλλος Γιώργος προσπαθεί να υπερβεί το πεπρωμένο του, σπάζοντας τον "καθρέφτη" που τον χωρίζει από τη δική του ζωή και τον πραγματικό εαυτό του.
Ο Δήμαρχος, στον "Καφέ γλυκύ", ανακαλύπτει στο τέλος πως η εξουσία δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις πραγματικές και πηγαίες του ανάγκες.
Τέλος, ο ανώνυμος ήρωας των "Μεταμεσονύκτιων Σημειώσεων" προσπαθεί ως μια ανώνυμη και μη καταξιωμένη καλλιτεχνική οντότητα να συγχρονιστεί με τις απαιτήσεις της πραγματικότητας που τον περιβάλλει. Στο τέλος όμως καταλήγει: "Συνειδητοποιώ πως δεν θα μπορούσα να υπερβώ αυτή την εικόνα. Αποδέχομαι επιτέλους πως ό,τι και να έκανα δεν θα κατάφερνα ποτέ να ζήσω πέρα από αυτή."
|
|