Στα δώδεκα κεφάλαια του πρώτου μέρους του έργου περιγράφεται η ζωή ακριβώς πριν την έλευση του Ελληνικού Στρατού στο Σαλιχλί.[3] Στην πλειάδα των μικρών και μεγάλων πρωταγωνιστών, ο συγγραφέας πιο κεντρικό ρόλο δίνει στην οικογένεια του Μιχαλάκη Αναστασιάδη ή Σαρρή, δημογέροντα και τραπεζίτη του Σαλιχλίου, ηλικίας 40-50 ετών, ο οποίος θα ερωτευθεί παράφορα - «έτσι όπως ερωτεύονται μόνον οι 50άρηδες» - την Ταρσή, μια 16χρονη χριστιανοπούλα που αρνείται να παντρευτεί τον γιο ενός πλούσιου Τούρκου επιχειρηματία (γαιοκτήμονα στη σειρά), στη δούλεψη του οποίου βρίσκονταν. Οι έφοδοι της τουρκικής χωροφυλακής και ο τρόμος που προκαλούσαν στους Ρωμιούς, η στενή σχέση Τούρκων και Ελλήνων όσο ο ένας δεν ένιωθε απειλή από τον άλλο, οι κρυφές ελπίδες για τις καλύτερες μέρες που θα ακολουθούσαν και η εκτεταμένη ενεργοποίηση της κοινότητας με την ανοχή των αρχών, οι καθημερινές παρασπονδίες που οφείλονται στην ανθρώπινη αδυναμία και συχνά οδηγούν σε απροσδόκητη δυστυχία, κυρίως έχοντας ως επίκεντρο το πάθος του παντρεμένου - με τέσσερα μεγάλα παιδιά - Σαρρή για την ερωτική, πανέμορφη, αισθησιακή 16χρονη Ελληνοπούλα Ταρσή, όλα αυτά συνθέτουν το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος και οριοθετούνται από αναφορές σε πραγματικά ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα.
Πλοκή Α’ Μέρους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
O Εστρέφ μπέης ενημερώνει τον Σαρρή για τις εφόδους της χωροφυλακής για Έλληνες λιποτάκτες. Ο Στέργιος, γιος του Σαρρή, πηγαίνει στο σπίτι μιας οικογένειας που κρύβει ένα λιποτάκτη για να τους ειδοποιήσει. Εκεί κάνει κρυφά έρωτα με μια υπηρέτρια - για πρώτη φορά στη ζωή του. Την άλλη μέρα η Χαρμανταλού λέει στους δημογέροντες πως συνέλαβαν τον γιο της τον Χαρίλαο. Οι δημογέροντες έχουν συμβούλιο για την επίσκεψη του οικείου Μητροπολίτη Φιλαδελφείας. Το βράδυ γίνεται τραπέζι στο σπίτι του Σαρρή για τον Μητροπολίτη, στο οποίο αποκαλύπτεται η αιτία της επισκέψεως, δηλαδή η ανάγκη σωτηρίας της Ταρσής. Ο Μητροπολίτης και οι Δημογέροντες πηγαίνουν στα γειτονικά Κούλα. Εκεί συναντιούνται με τον Μεχμέτ - πατέρα του Τούρκου - και τη φλογερή Ταρσή, για την οποία ο Σαρρής νιώθει άμεσα μιαν έντονη ερωτική έλξη. Λαμβάνεται η απόφαση να την φυγαδεύσουν στο Σαλιχλί. Στην επιστροφή, καθώς είναι ξαπλωμένοι στο πίσω μέρος του κάρου που τους μεταφέρει, ο Σαρρής έχει μια προσωπική στιγμή και μια γεμάτη λάγνες σκηνές παθιασμένη σωματική επαφή με την Ταρσή. Περνούν τη νύχτα σε ένα χάνι λόγω μιας βροχής ( στη σειρά η Ταρσή πηγαίνει στο δωμάτιο του Σαρρή, οπού και κάνουν έρωτα για πρώτη φορά, σε μια πολύ αισθησιακή σκηνή όπου η Ταρσή εμφανίζεται αρχικά γυμνόστηθη και μετά ολόγυμνη). O Σαρρής θα τη φιλοξενήσει στην εξοχική του κατοικία, ξεκινώντας μια μυστική σεξουαλική σχέση παράφωνου πάθους μαζί της. Η κόρη του η Τασώ γυρίζει από τη Σμύρνη εν τω μεταξύ. Η Σαρρίνα αποφασίζει να πάει με την οικογένειά της στο εξοχικό για να μπορεί να προσέχει καλύτερα τον άντρα της, υποψιαζόμενη την απιστία λόγω της αδιαφορίας του στο κρεβάτι. Εκεί συναντούν για πρώτη φορά την Ταρσή, η οποία έλκει άμεσα τον Στέργιο. Στη σειρά ο Σαρρής φιλοξενεί την Ταρσή για μήνες και την επισκέπτεται κάθε μέρα και κάνουν έρωτα. Η Ταρσή δεν θέλει τον γιο της Χαρμανταλούς τον οποίο της προξενεύει για σύζυγό της η Σαρρίνα, που νοιώθει να απειλείται από τη νεαρή καλλονή. Ένα βράδυ ο Σαρρής έχει μια κρυφή προσωπική συνάντηση με την Ταρσή σε ένα ξεροπήγαδο στο κτήμα του εξοχικού, κατά τη διάρκεια της οποίας κάνουν παθιασμένο έρωτα, «φέρνοντας την απόλαυσή του στα όρια της φρενίτιδας». Τελικά η Ταρσή αλλάζει γνώμη και δέχεται τον Χαρίλαο, αλλά ο Σαρρής, άρρωστος από το πάθος του, βάζει δύο Τούρκους και χαλάνε τον γάμο. Η Ταρσή, νομίζοντας πως τον γάμο τον χάλασε ο Ραούλ, ο Τούρκος από τα Κούλα, δραπετεύει προς τον σιδηροδρομικό σταθμό με προορισμό τη Σμύρνη. Στη σειρά ο Χαρίλαος αυτοκτονεί μετά την εξαφάνιση της Ταρσής. Ένας νεαρός Σουηδός αρχαιολόγος ονόματι Σβεν, για τον οποίο η Ταρσή νοιώθει μιαν έλξη, τη βρίσκει στο τρένο από το Σαλιχλί. Την πηγαίνει στα ερείπια των αρχαίων Σάρδεων όπου κάνει ανασκαφές και μετά από μια νύχτα που την περνούν χωρίς έρωτα, προς απογοήτευση της Ταρσής, η κοπέλα παίρνει το τρένο για τη Σμύρνη. Ο Σαρρής καταρρέει ενθυμούμενος τις στιγμές της λαγνείας τους κατά τις κρυφές συναντήσεις τους στο ξεροπήγαδο και σε διάφορα σημεία του κτήματος του εξοχικού. Ο γιατρός Σούνιος βρίσκει την όραση της Ρόης προβληματική και η Σαρρίνα αποφασίζει να πάει στη Μαγνησία με την κόρη της για να της αγοράσει γυαλιά. Ο στρατός αναλαμβάνει τον έλεγχο των διοικητικών υπηρεσιών. Ο Σαρρής πληροφορείται πως ο ληστής Τσάκιτζης έχει εγκατασταθεί στον κουλά του και ζητάει να τον δει. Όταν φτάνει στο κτήμα θυμάται «το μελαψό κορμί της Ταρσής, ολόγυμνο, αφημένο στα φιλιά του». Ο αρχιληστής του λέει πως θέλει να γίνει χριστιανός και του ζητά να γίνει ο νονός του. Τελείται η βάπτιση. Στη σειρά αυτά συμβαίνουν πριν την αναχώρηση της Ταρσής, η οποία βλέποντας τη βάπτιση εξοργίζεται και αρνείται να συνεχίσει τη σχέση της με τον Σαρρή. Τότε ο Σαρρής επιχειρεί να της κάνει έρωτα δια της βίας κι εκείνη αντιστέκεται, αλλά τελικά υποκύπτει - όμως αυτό την κάνει να δεχτεί τον Χαρίλαο. Γίνονται έφοδοι σε σπίτια για παράνομα όπλα. Ο Θεόφιλος Σοφιανόπουλος, πρώτη αγάπη της Ρόης, σκοτώνεται σε ατύχημα στη Μαγνησία. Ο γιατρός Κόκκινος βρίσκει πως η Ρόη έχει διφθερίτη. Όταν χειροτερεύει και ο φαρμακοποιός Τσαμπάζης της κάνει απόξεση, τραυματίζεται ο λάρυγγάς της. Η Ρόη δεν μπορεί να μιλήσει και ο Κόκκινος συστήνει να την πάνε σε ειδικό στη Σμύρνη. Ο Τσάκιτζης, τραυματισμένος, φιλοξενείται από τον Εστρέφ Μπέη. Τον επισκέπτεται ο Σαρρής. Του ζητά παπά να τον μεταλάβει, αλλά πεθαίνει. Ο συνοδός του βλέπει πως ήταν χριστιανός από ένα σταυρό που φορούσε και καίει το εξοχικό του Σαρρή. Ο Σαρρής πάει στη Σμύρνη για την αποζημίωση. Εκεί αρρωσταίνει και πεθαίνει. Στη σειρά συναντά την Ταρσή, πρώτη φορά μετά από δυο χρόνια, να τον περιμένει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του κρυμμένη κάτω από τα σκεπάσματα του κρεβατιού. Φιλιούνται με πάθος και κάνουν έρωτα, αλλά όταν η Ταρσή φεύγει, ο Σαρρής δολοφονείται από άγνωστους με ένα μαξιλάρι την ώρα που κοιμόταν. Οι Σοφιανόπουλοι φεύγουν για τη Σμύρνη. Ο Αντώναγας βρίσκεται δολοφονημένος. Η Τουρκία υπογράφει ανακωχή. Συμμαχικά και ελληνικά πολεμικά πλοία αγκυροβολούν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Στέργιος με τη μητέρα του πηγαίνουν στη Σμύρνη να εισπράξουν την ασφάλεια ζωής του Σαρρή. Η Σαρρίνα βάφει την πρόσοψη του σπιτιού της στο χρώμα της ελληνικής σημαίας. Βρίσκουν τον Εστρέφ κρεμασμένο από ένα δέντρο. Ο ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη. Οι δημογέροντες επισκέπτονται τον Τούρκο έπαρχο και του ζητούν να εγγυηθεί για την ασφάλεια των Ελλήνων. Στο Σαλιχλί φθάνει ο Μουσταφά πασάς. Βρίσκει υποστηρικτές για το κίνημά του και συνεχίζει την περιοδεία του προς την Ανατολή. Οι Τούρκοι αποφασίζουν να δωροδοκήσουν τη Γαλλίδα αριστοκράτισσα μαντάμ Ζιζή, για να γίνει κατάσκοπός τους.
|
|