“Και τότε, μία και μόνο σφαίρα φεύγει από το πυροβόλο, διασχίζει δώδεκα μέτρα αέρα σε επτακόσια μέτρα ύψος και με χίλια το δευτερόλεπτο, μπαίνει στο αριστερό μάτι του Νομπλές και ξαναβγαίνει πάνω απ’ τον αυχένα του, πίσω απ’ το δεξί του αφτί, κι από εκείνη τη στιγμή το Farman, εκτός ελέγχου, πλανάρει για λίγο κι ύστερα παίρνει μια κλίση που γίνεται όλο και πιο κάθετη, κι ο Σαρλ, με το στόμα ανοιχτό, πάνω απ’ τον βουλιαγμένο ώμο του Αλφρέντ βλέπει να τον πλησιάζει ολοένα το έδαφος στο οποίο πρόκειται να συντριβεί ολοταχώς και χωρίς καμία εναλλακτική λύση παρά μόνο ένα θάνατο άμεσο και ανέκκλητο, χωρίς το παραμικρό ίχνος ελπίδας – ένα έδαφος που ανήκει ακόμα στην κοινότητα Ζονσερί-σιρ-Βελ, ένα ωραίο χωριουδάκι της επαρχίας Καμπανία-Αρδένες, οι κάτοικοι του οποίου λέγονται Ζονκαβιδουλιανοί.”
Αφού βιογράφησε με τον ιδιαίτερο τρόπο του την τεχνητή μοναξιά της χαρισματικής ιδιορρυθμίας (Ραβέλ), την καταναγκαστική του δρομέα αντοχής (Ζάτοπεκ) και τη φυσική της μεγαλοφυΐας (Τέσλα), ο Ζαν Εσνόζ, μοναχικός συγγραφέας ο ίδιος στο σύγχρονο λογοτεχνικό προσκήνιο, ανοίγει το πλάνο του ίσα ίσα για να χωρέσουν πέντε φίλοι που παγιδεύονται στα ορύγματα της πιο εξωφρενικά αιματηρής σελίδας στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Εκατό χρόνια μετά από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου που έμελλε να στοιχίσει τη ζωή σε δεκαέξι εκατομμύρια ανθρώπους, ο Ζαν Εσνόζ, σε μόλις εκατό σελίδες ενός μυθιστορήματος που αρχίζει με την περιγραφή μιας διπρόσωπης καλοκαιρίας και τελειώνει με τη γέννηση ενός ανθρώπου, εξαερίζει και τις πιο μεφιτικές σελίδες της Ιστορίας με τις απαράμιλλες αφηγηματικές ψιλοβελονιές του και, κυρίως, με τις μαγγανείες του πικρού του χιούμορ που ξορκίζουν το Κακό και την κακή λογοτεχνία
Read more: http://www.neolaia.gr/2014/02/25/vivlio-san-esnoz-14/#ixzz3pPGHeDOa
|
|